Με τις κρίσεις πανικού έχουμε καταπιαστεί κι άλλες φορές, μιας και είναι εξαιρετικά συχνό φαινόμενο της εποχής μας.
Πολλοί ασθενείς φτάνουν ταλαιπωρούμενοι χρόνια από κρίσεις πανικού κι έχοντας δοκιμάσει πολλές διαφορετικές μεθόδους. Η φαρμακευτική αγωγή είναι μία λύση αλλά πάντα λέω στους ανθρώπους που μου έρχονται στο γραφείο ότι δεν είναι απαραίτητη. Αντίθετα, μπορεί και να δυσκολέψει την θεραπεία, αλλά με αυτό το θέμα θα καταπιαστούμε άλλη φορά καθώς έχει πολλές προεκτάσεις.
Τα συμπτώματα των ανθρώπων που έρχονται για θεραπεία, θα φύγουν σχετικά γρήγορα και μετά, εφόσον θέλει ο άνθρωπος, δουλεύουμε το υπόβαθρο, την αιτιολογία της εμφάνισής τους, προκειμένου να μην επανεμφανιστούν στο μέλλον, αλλά και για να μπορεί το άτομο να διαχειρίζεται καλύτερα το άγχος του και να μην τον πλημμυρίζει, αφού οι κρίσεις πανικού δεν είναι παρά μία εκδήλωση της αγχώδους διαταραχής.
Δεν θα ασχοληθώ σε αυτό το άρθρο τόσο με το τι είναι η κρίση πανικού, γιατί έχω αναφερθεί σε άλλο άρθρο στο παρελθόν. Ωστόσο, καθώς τα χρόνια περνούν και η εμπειρία μου εμπλουτίζεται με όλο και περισσότερα νέα περιστατικά, βλέπω ότι υπάρχουν και άλλες διαστάσεις στο θέμα. Μία από αυτές λοιπόν είναι η ψυχοπολιτισμική προσέγγιση.
Πώς μπορεί ο πολιτισμός να επιδρά στις κρίσεις πανικού...
Είναι γνωστό ότι ο βασικός πανικός στις κρίσεις αφορά τον θάνατο. Τον θάνατο συνήθως του ίδιου του προσώπου που έχει τα συμπτώματα τρόμου (ταχυκαρδίες, εφίδρωση, δυσκολία στην αναπνοή, αίσθηση πνιξίματος, ιλίγγους κλπ) ή κάποιου άλλου πολύ κοντινού του (από τον οποίο φαίνεται να εξαρτάται άμεσα).
Έτσι λοιπόν ο θάνατος και ο φόβος του είναι ο βασικός άξονας του συμπτώματος...
Σκέφτομαι λοιπόν πόσο μπορεί να επιδρά η αντίληψη που έχουμε για τον θάνατο στην εμφάνιση των κρίσεων πανικού. Δεν είναι ο μόνος παράγοντας αλλά συσχετίζεται με τους άλλους που έχουμε δει στο παρελθόν.
Η αντίληψη για τον θάνατο στην δύση σήμερα θα έλεγα ότι είναι εξαρχής φοβική. Η ζωή και ο θάνατος εμφανίζονται σαν δύο καταστάσεις πολύ ξεκάθαρα διαχωρισμένες. Ο θάνατος είναι το απόλυτο άγνωστο, που προτιμούμε να απωθούμε, να ξεχνάμε να μήν μιλάμε γιαυτό, δηλ. να το ξορκίζουμε.
Μία τέτοια άποψη μπορεί να στηριχθεί βλέποντας τις πρακτικές που έχουμε στις κοινωνίες μας για τους νεκρούς. Ο νεκρός θάβεται... (όπως θέλουμε να θάψουμε το ο,τιδήποτε δεν θέλουμε να θυμόμαστε). Ο διαχωρισμός νεκρών και ζωντανών είναι απόλυτος και μέσα στον χώρο. Οι νεκροί ανήκουν στον κάτω κόσμο και οι ζωντανοί κινούνται στο έδαφος της γης.
Υπάρχει πλήθος πρακτικών που εκδηλώνουν την φοβική απόσταση που έχει πάρει σήμερα ο δυτικός άνθρωπος από τον θάνατο. Παρόμοια φοβική είναι και η στάση του απέναντι στην φθορά. Και όπως στο ατομικό υποκείμενο συμβαίνει, έτσι και στο συλλογικό, ο μηχανισμός της απώθησης (της λήθης) του θανάτου τίθεται σε εφαρμογή, όπως συμβαίνει με κάθε δυσάρεστο συναίσθημα ή βίωμα.
Εξαίρεση σε αυτό τον δυτικό κανόνα αποτελεί ο ρομαντισμός και τα νεο-ρομαντικά κινήματα (όπως π.χ. το γκότθικ) που εξορραϊζουν τον θάνατο και τον εξιδανικεύουν, περνώντας στο άλλο άκρο...
Αν φύγουμε λίγο από το εδώ και τώρα, και μεταβάλλουμε ένα από τους δύο άξονες (χρόνου-τόπου) τότε θα δούμε να ξετυλίγονται πολλές διαφορετικές αντιλήψεις για τον θάνατο. Αντιλήψεις που σχετίζονται είτε με την εποχή είτε με την πολιτισμική ομάδα.
Έτσι, για να επιστρέψουμε στο παράδειγμα των πρακτικών του θανάτου, και παραμένοντας στον ίδιο γεωγραφικό χώρο, την Ελλάδα, προτείνω να γυρίσουμε λίγες χιλιετίες πίσω.
Οι θολωτοί τάφοι για παράδειγμα, που υπάρχουν σε διάφορα σημεία της Αρχαίας Ελλάδας φιλοξενούσαν νεκρούς όπου δίπλα από αυτούς πραγματοποιούνταν τελετές, γιορτές και άλλες εκδηλώσεις των ζωντανών. Ο νεκρός και ο ζωντανός συνεβρίσκονταν στον ίδιο χώρο μέχρι που ο νεκρός γίνει σκόνη κυριολεκτικά-αφού με τις γιορτές τα κόκκαλα όπως μας πληροφορεί ο Γιάννης Χαμηλάκης (στο: "Η αρχαιολογία και οι αισθήσεις", εκδόσεις 21ου, Αθήνα: 2015), μπερδεύονταν μέσα στο χώμα και αφανίζονταν σιγά σιγά- και να χαθεί η μνήμη του μαζί με ό,τι έχει απομείνει από το υλικό σώμα.
Ομοίως αν αλλάξουμε τόπο/κουλτούρα, θα δούμε ότι ο θάνατος και η ζωή δεν είναι με τόσο απόλυτο τρόπο διαχωρισμένα.
Στην ανατολή για παράδειγμα, ο Osho λέει: "Με κάθε εισπνοή γεννιέσαι, με κάθε εκπνοή πεθαίνεις".
Το κινέζικο γιν-γιανγκ θα μπορούσε επίσης να συμβολίσει την ζωή και τον θάνατο σε μία συνεχή εναλλαγή.
Ένας άλλος επιβαρυντικός παράγοντας για τις κρίσεις πανικού μέσα από το πρίσμα της αντίληψης περί ζωής και θανάτου, φαίνεται να παίζει και η απομάκρυνση από την φύση. Η πόλη καταστρέφει την κυκλική αντίληψη του χρόνου που συνδέεται με τις εποχές και ο άνθρωπος της πόλης αντιλαμβάνεται τον χρόνο μόνο επιτελεστικά, γραμμικά, μέσα από κοινωνικές συμβάσεις.
Σε μία τέτοια αντίληψη του χρόνου και ο θάνατος γίνεται αντιληπτός ως η κατάληξη και το τέλος της γραμμής. Και το τίποτα φαντάζει καταβροχθιστικό...
Η πολιτισμική επίδραση είναι εμφανής στην περίπτωση της Κίνας, όπου με την αστυφιλία και την υιοθέτηση του δυτικού μοντέλου εμφανίζονται για πρώτη φορά κρίσεις πανικού ως αποτέλεσμα αγχώδους διαταραχής.
Κι έτσι, ενώ οι αρχαίοι αποκαλούνταν μεταξύ τους "θνητοί" για να μην λησμονούν την θνητότητά τους, ο σύγχρονος κόσμος τρέχει στους πλαστικούς χειρουργούς με την ψευδαίσθηση ότι μπορεί να παγιδεύσει την νιότη και να την διαιωνίσει ξορκίζοντας την φθορά και τον επερχόμενο θάνατο.
Παρόλα αυτά, ας αναλογιστούμε ότι και στην δύση ο θάνατος υπάρχει καθημερινά στην ζωή, ήδη από την γέννησή μας, μέσα από την φθορά, αφού όλοι μεγαλώνουμε και γερνάμε, αλλά και στις σχέσεις που συνάπτουμε με σημαντικούς άλλους ή με αντικείμενα. Κύκλοι κλείνουν...
Σημαντική παράμετρος στους ανθρώπους που πάσχουν από κρίσεις πανικού είναι η δυσκολία αποχωρισμού, αφού κι αυτή βιώνεται ως μία μορφή θανάτου. Ο άλλος πρέπει να είναι εκεί δίπλα στο άτομο γιατί αλλιώς αυτό κινδυνεύει με κρίση πανικού.. Γιαυτό οι κρίσεις πανικού πάντα συνδέονται με εξαρτητικές συμπεριφορές αλλά δεν είναι σίγουρα η μόνη αιτία.
Το να μιλάς για τον θάνατο είναι σα να έχεις μία καυτή πατάτα σε γυμνά χέρια. Κι αυτό γιατί κάθε θρησκεία για να υπάρχει στηρίζεται στον θάνατο και σε διαφορετικές ερμηνείες για το τι μέλλει γενέσθαι μετά το κατώφλι.
Παρόλα αυτά, και μην έχοντας την παραμικρή διάθεση να πάρω προσωπική θέση πάνω σε ένα τόσο βαθύ υπαρξιακό ζήτημα, διαχωρίζω την θέση μου ως παρατηρήτρια της ανθρώπινης συμπεριφοράς.
Έτσι, όσους έχω συναντήσει με κρίσεις πανικού θα λέγαμε ότι έχουν μία αντίληψη που διαχωρίζει με τρόπο απόλυτο τον θάνατο από την ζωή, αντίληψη που ενδυναμώνει τον φόβο του θανάτου.
Κάθετες διαχωριστικές γραμμές ωστόσο δεν υπάρχουν μόνο σε έναν τομέα. Συνήθως είναι αποτέλεσμα μίας δυιστικής αντίληψης του κόσμου και των σχέσεων.
Γιαυτό ίσως και ο άνθρωπος με κρίσεις πανικού δυσκολεύεται στην απεξάρτησή του. Γιατί φαίνεται να μην μπορεί να φανταστεί πώς μπορεί να είναι ανεξάρτητος κόβοντας τον ομφάλιο λώρο, χωρίς ωστόσο να χάνει την σχέση του με τον σημαντικό άλλο.
Από την άλλη, οι θεολογικές αντιλήψεις ή δοξασίες ποικίλλουν αν και είναι χαρακτηριστική μία ασάφεια ως προς την πίστη τους. Ένα όμως κοινό που βλέπουμε είναι ότι συχνά ο θάνατος ερμηνεύεται από τον νευρωτικό (γιατί στις νευρώσεις υπάγεται ο πάσχων με κρίσεις πανικού) ως τιμωρία-συνέπεια μίας πράξης/επιθυμίας απαγορευμένης. Φυσικά σε ένα ασυνείδητο επίπεδο συμβαίνει αυτό, ωστόσο εκδηλώνεται με το να καταστρέφουν οι κρίσεις την χαρά του υποκειμένου, να έρχονται σε κακές στιγμές (πχ. χαλάρωσης με τον/την σύντροφο, διακοπές κλπ).
Έτσι είναι κατά τη γνώμη μου επικίνδυνο να αποδώσουμε την κρίση πανικού μόνο σε μία αιτία. Είναι ένα σύμπτωμα πολυπαραγοντικό και αξίζει τον κόπο να διερευνούμε όλες τις διαστάσεις του.