Τετάρτη 15 Ιανουαρίου 2014

Ο εχθρός και φίλος που λέγεται Χρόνος

Συναντάς σπάνια ανθρώπους που έχουν καλή σχέση με τον χρόνο.
Αλλά ποια είναι η καλή σχέση με τον χρόνο; Υπάρχει κάτι τέτοιο;

Η ψυχολογία, ιδιαίτερα ψυχαναλυτικής κατεύθυνσης, κινείται πέρα από τον άξονα του καλού και του κακού με την ηθική έννοια των όρων. Επίσης, δεν έχει ως στόχο την κανονικοποίηση αλλά να οδηγήσει το υποκείμενο να βρει αυτό που είναι ωφέλιμο για τη ζωή και την σχέση με τους άλλους (αφού εκεί βρίσκεται η βασική πηγή ευτυχίας).

Υπό αυτό το πρίσμα, εξετάζουμε κι αυτό που λέμε "καλή" σχέση με τον χρόνο, η οποία είναι  μία δύσκολη περίπτωση, αφού σχετίζεται με πολλούς παράγοντες, όπως την ηλικία και την ανάπτυξη, τον τρόπο που μεγαλώσαμε, το πολιτισμικό περιβάλλον κ.ά.

Ποιον χρόνο όμως; Τον βιολογικό, τον κοινωνικό (μετρήσιμο), της σχόλης, του φύλου, τον υποκειμενικό, άλλον;  Αυτόν που ορίζεται από το Γκρίνουιτς, τον χρόνο των Περσών; των Κινέζων; των Εβραίων;  Η μεγάλη ποικιλία των μορφών του Χρόνου, από τη μια τον κάνει πανταχού παρόντα στην ψυχική μας ζωή ενώ από την άλλη τον καταργεί ως μία συγκεκριμένη πραγματικότητα.


Πλήθος μεταφορών έχουν επινοηθεί για να προσεγγίσουν την δύσκολη έννοια του χρόνου.
Η πιο οικεία μας είναι αυτή του ποταμού, λόγω της ροής του και της ηρακλείτιας φράσης "Τα πάντα ρει".  Ωστόσο, κι αυτή η μεταφορά πάσχει, καθώς, όπως μας λέει ο γαλλοκινέζος φιλόσοφος και μεταφραστής François Cheng, στην Κίνα ακόμη και το ποτάμι γυρίζει πίσω αφού το νερό που φτάνει στη θάλασσα εξατμίζεται και επιστρέφει μέσω της βροχής, ενώ στη δύση θεωρούμε ότι ο δρόμος του ποταμού είναι μονόδρομος και χωρίς επιστροφή.

Ο Einstein υποστήριξε ότι ο χρόνος υπάρχει μόνο μέσα στη σχετικότητα και όχι αυτούσιος.

Η αίσθηση του χρόνου, λοιπόν, σχετίζεται άμεσα με το πολιτισμό. Έτσι, αλλιώς βιώνει ο αγρότης ως τον 20ο αιώνα τον χρόνο, αλλιώς ο κάτοικος της πόλης. Αλλιώς ο βορειοευρωπαίος, αλλιώς ο νότιοαμερικάνος... 

Η σχετικότητα του χρόνου με την ίδια τη ζωή είναι αυτό που μας αφορά πέρα από κάθε άλλη διάσταση. Οι τρεις διαστάσεις του: παρελθόν, παρόν και μέλλον γίνονται κατανοητές μέσα σε όρους ύπαρξης και μη ύπαρξης, σύμφωνα με τον Αυγουστίνο. Κάπου υπάρχει μία αρχή (η γέννηση) και γνωρίζουμε (αυτή είναι η τραγικότητα της ζωής) ότι θα υπάρξει κι ένα τέλος (ο θάνατος) κάποια στιγμή στο μέλλον. Συνηθίζουμε να λέμε ότι η τραγικότητα της ανθρώπινης ζωής βρίσκεται ακριβώς σε αυτή τη γνώση της θνητότητάς μας αλλά πιστεύω ότι και τα ζώα γνωρίζουν μόνο που δεν έχει ακόμη δοθεί τόσο μεγάλη έμφαση στην έρευνα της ψυχολογίας των ζώων (ηθολογία).

Ωστόσο μικρούς ή μεγαλύτερους θανάτους βιώνουμε κάθε μέρα σχεδόν. Είτε εξαιτίας της φυσικής φθοράς καθώς μεγαλώνουμε, είτε λόγω αποχωρισμών από αγαπημένους.

Ο υπαρξιακός φόβος του θανάτου και της φυσικής φθοράς φαίνεται να συνδέεται στενά με την κακή σχέση με τον χρόνο. Συνήθως η κακή σχέση με τον χρόνο είναι ότι αυτός περνά γρήγορα και δεν προλαβαίνουμε. Αποτέλεσμα είναι ή η αναβλητικότητα (πάνε όλα λίγο αργότερα) ή οι συνεχείς καθυστερήσεις.

Οι άνθρωποι αυτοί ποτέ σχεδόν δεν φορούν ρολόι, μέσα σε μία προσπάθεια να αισθανθούν ελεύθεροι από τη ροή του χρόνου, το θεωρούν εχθρικό αντικείμενο, και πάντα σχεδόν βιάζονται στον δημόσιο χώρο. Τρέχουν αλαφιασμένοι με αυτοκίνητα ή με τα πόδια, δείχνουν, και είναι, αγχωμένοι και βιαστικοί...Ωστόσο είναι αναποτελεσματικοί, κάτι που εντείνει το άγχος τους και συχνά αντιμετωπίζουν προβλήματα στις σχέσεις τους.

Από την άλλη είμαι σίγουρη ότι θα έχετε συναντήσει ανθρώπους που είναι αγχωμένοι με τον χρόνο στις διακοπές ή στην περίοδο της σχόλης χωρίς να υπάρχει πραγματικά λόγος. Και το ενδιαφέρον είναι ότι μερικές φορές κάποιοι από αυτούς ανήκουν και στην προηγούμενη κατηγορία (των "βιαστικών" στην καθημερινή ζωή).   Ο χρόνος της σχόλης μπορεί να πλησιάσει την αίσθηση του χρόνου που είχαμε ως παιδιά. Τότε που δεν μας ενδιέφερε τι ώρα είναι, ή τι μέρα. Έτσι, το να χάνει κανείς τη μέρα όταν είναι σε διακοπές μπορούμε να θεωρήσουμε ότι είναι ένα καλό δείγμα της σχέσης του με τον χρόνο ενώ αντίθετα όταν χάνει την αίσθηση του μετρήσιμου χρόνου στην καθημερινότητα αρχίζουν τα προβλήματα.


Άλλοι πάλι δεν αφήνονται στο άχρονο της έκστασης, είτε αυτή έχει να κάνει με τον έρωτα, είτε με τη μέθη, είτε με την ενόραση, είτε με την επαφή με την τέχνη ή τη φύση κλπ. Άνθρωποι που αγαπούν τον έλεγχο και προσεγγίζουν τα πράγματα μόνο με την σκέψη και τη λογική εξαιτίας φόβων και της τραυματικής ιστορίας τους.


Ο μετρήσιμος, συμβατικός, χρόνος μέσα από την ύπαρξη του ρολογιού στο χέρι δεν έχει καμία άλλη χρήση παρά μόνο για να μας ενώνει με το κοινωνικό.  Πρέπει να ξέρουμε τι ώρα λειτουργούν τα σχολεία, τα μαγαζιά, ποιο είναι το ωράριο. Επίσης θα ήταν πολύ ρομαντικό να δίναμε ραντεβού την ώρα που πέφτει ο ήλιος, αλλά στις πόλεις σπάνια βλέπουμε το ηλιοβασίλεμα. Έτσι, η αποφυγή του ρολογιού σχετίζεται με την αποφυγή ενός υποκειμενικού καταναγκασμού (αυτό συνήθως λένε αυτοί που το βλέπουν εχθρικά), στην πράξη όμως πρόκειται για μία ναρκισσιστική ψευδαίσθηση που έχει και στοιχεία παντοδυναμίας ελέγχου του χρόνου. Κυρίως όμως είναι η ανάγκη απώθησης του χρόνου που βιώνεται εχθρικά. Έτσι, οι φέροντες ρολόι θα λέγαμε ότι είναι περισσότερο ενταγμένοι στο κοινωνικό γιατί δεν κλείνονται σε ναρκισσιστικό περίβλημα αλλά συνεννοούνται με τους άλλους. Από την άλλη, θα λέγαμε ότι είναι συνήθως και σε καλύτερη επαφή με την πραγματική τους ηλικία και τα δώρα αλλά και τους περιορισμούς που αυτή φέρει.  

Το πρόβλημα υπάρχει όταν το υποκείμενο δρα διαφορετικά από την κοινωνία και για κάποιον λόγο δεν μπορεί να υποστηρίξει αυτή την διαφορετικότητα, γίνεται μειονοτικό και περιθωριοποιείται.
Και δω πρέπει να δούμε την διαφορά μεταξύ μειοψηφίας και μειονότητας. Η πρώτη περίπτωση έχει να κάνει με το ότι κάποιος ή κάποια ομάδα αποτελεί τον μικρότερο αριθμό του συνόλου. Μπορεί όμως να μην αποτελεί μειονότητα, καθώς η μειονότητα σχετίζεται με την κακή θέση που έχει κάποιος στην κοινωνία κι όχι με το αν αποτελεί την πλειοψηφία ή την μειοψηφία. Παράδειγμα αποτελεί το γυναικείο φύλο που παρόλο πλειοψηφικό, συνεχίζει να είναι μειονοτικό...

Στη νεύρωση, ο χρόνος μοιάζει να είναι παγωμένος την στιγμή του τραύματος. Παγωμένος μεν, μέσα από απώθηση δε. Έτσι, υπάρχει μία αέναη επιστροφή στα συναισθήματα του τραύματος, μέσα από επαναλαμβανόμενα μοτίβα. Το τραύμα, όσο μένει ανεπεξέργαστο και απωθημένο, μοιάζει με τον ιστό της αράχνης που όσο προσπαθεί κανείς να ξεφύγει, μέσω της απώθησης, τόσο επιστρέφει συνέχεια πράττοντας τα ίδια "λάθη", διαλέγοντας τους ίδιους συντρόφους κλπ.

Εκεί όμως που η σχέση με τον συμβατικό-κοινωνικό και μετρήσιμο χρόνο καταστρέφεται ολοσχερώς είναι η ψύχωση. Και αυτή η ρήξη με τον κοινωνικό χρόνο ρίχνει περισσότερο τον ψυχωτικό στον αυτισμό (δηλ. στη ναρκισσιστική θωράκισή του από τον έξω κόσμο).  

Ο τρόπος που βιώνουμε τον χρόνο είναι υποκειμενικός κι έτσι άλλοτε φαίνεται να είναι μακρύτερος και άλλοτε να περνά χωρίς να το καταλαβαίνουμε. Αυτό φαινεται να σχετίζεται με την διαδικασία της μνήμης, με το αν υπάρχει, δηλαδή, εγγραφή ή όχι μνημονικών ιχνών. Αν υπάρχει, τότε ο χρόνος βιώνεται μακρύτερος και αντίθετα. Έτσι, όταν για παράδειγμα πάμε μία εκδρομή και κάνουμε μέσα σε μία μέρα πάρα πολλά καινούρια πράγματα τότε νοιώθουμε ότι είμαστε μέρες σε εκείνο το μέρος.

Η σχέση με τον χρόνο είναι σημαντική γιατί σχετίζεται με την αποτελεσματικότητα, αφού μέσα σε χρονικά πλαίσια οργανώνουμε τις δραστηριότητές μας. Μία κακή αίσθηση του χρόνου θα μπορούσε, για παράδειγμα, να κάνει κάποιον να φορτώνεται με περισσότερα από αυτά που μπορεί να φέρει σε πέρας σε μία μέρα και να νοιώθει, αλλά και να είναι πάντα αναποτελεσματικός και αποκαρδιωμένος. Ένα άλλο παράδειγμα κακής σχέσης με τον χρόνο είναι ότι μπορεί να μην ξεκουράζεται/χαλαρώνει πραγματικά ποτέ, λόγω ενοχών από την αναβλητικότητα ή άλλων αιτιών.


Μία άλλη πτυχή της καλής σχέσης με τον χρόνο είναι αυτό που οι αρχαίοι ονόμαζαν "καιρός" και εμείς "ευκαιρία". Λίγοι είναι αυτοί που καταλαβαίνουν πότε είναι η κατάλληλη ευκαιρία για να πράξουν κάτι. Αυτή η ιδιαίτερη ευαισθησία, αυτό το ιδιαίτερο χάρισμα που συνδέεται τόσο με την επιτυχία όσο και την ευτυχία πολλές φορές, είναι σε άμεση συνάρτηση με όσα είπαμε παραπάνω. Γιατί αυτός που αδράττει την ευκαιρία, αντιλαμβάνεται ότι αυτή δεν θα του έρχεται συνέχεια, δεν αναβάλλει και δεν έχει συμπλέγματα που τον κρατούν ακίνητο.

Ο Χρόνος (θεότητα των αρχαίων Ελλήνων) εμφανίζεται αρχικά ασώματος, ενώ στην τελική του εκδοχή ενσαρκώνεται μέσα από τον Κρόνο (σύζυγο της Ρέας) που τρώει τα παιδιά του για να σταματήσει την διαδοχή του. Η Ρέα (που κάνει τον χρόνο να ξαναμπεί σε ροή) σταματά τον Κρόνο με το να βοηθήσει να διασωθεί ο Δίας, η νέα γενιά και να υπάρξει η συνέχεια στον κόσμο.

Επιτρέψτε μου την αναφορά στην αστρολογία, ως μία ακόμη πηγή συμβόλων για να προσεγγίσουμε την έννοια του χρόνου κι από ακόμη μία πλευρά. Και εκεί ο Κρόνος είναι αυτός που φέρει δυσκολίες, απαιτεί σοβαρότητα και βοηθά στην ωρίμανση και ενδυνάμωση...

Η κακή σχέση με τον χρόνο μπορεί να εμφανίζεται και ως αντίδραση απέναντι στην σύμβαση χρόνος, ή σαν ένα παιχνίδι για την έκκριση αδρεναλίνης, όπου αφήνει κάποιος τον χρόνο να κυλά για να προλάβει (;) την τελευταία στιγμή να πράξει...Παρόλα αυτά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι στις περισσότερες περιπτώσεις η προσπάθεια ακύρωσης του χρόνου σχετίζεται με την επιθυμία της λήθης του θανάτου και της φθοράς. Όπως και νά'χει τόσο η απώθηση (του νευρωτικού) όσο και η άρνηση (του ψυχωτικού) δεν είναι παρά ψυχικές άμυνες που σε κάθε περίπτωση υποδηλώνουν μία λιγότερο ή περισσότερο δύσκολη προσαρμογή στο κοινωνικό.

Η συμφιλίωση με την φύση μπορεί πραγματικά να μας φέρει εσωτερική γαλήνη και ηρεμία  και να μας κάνει δημιουργικούς και καλύτερους τόσο μέσα στα ρούχα μας, όσο και με τους γύρω μας.

Και μιας και είναι και το πρώτο άρθρο του 2014, καλή χρονιά σε όλους!